περιστρατοπεδεύω

περιστρατοπεδεύω
περιστρατοπεδεύομαι
pres subj act 1st sg
περιστρατοπεδεύομαι
pres ind act 1st sg
περιστρατοπεδεύω
encamp about
pres subj act 1st sg
περιστρατοπεδεύω
encamp about
pres ind act 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • περιστρατοπεδεύω — Α (το ενεργ. και μέσ.) α) κατασκηνώνω ολόγυρα, στρατοπεδεύω τριγύρω β) περικυκλώνω, πολιορκώ …   Dictionary of Greek

  • περιστρατοπεδευομένων — περιστρατοπεδεύομαι pres part mp fem gen pl περιστρατοπεδεύομαι pres part mp masc/neut gen pl περιστρατοπεδεύω encamp about pres part mp fem gen pl περιστρατοπεδεύω encamp about pres part mp masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιστρατοπεδευσάντων — περιστρατοπεδεύομαι aor part act masc/neut gen pl περιστρατοπεδεύομαι aor imperat act 3rd pl περιστρατοπεδεύω encamp about aor part act masc/neut gen pl περιστρατοπεδεύω encamp about aor imperat act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιστρατοπεδευόντων — περιστρατοπεδεύομαι pres part act masc/neut gen pl περιστρατοπεδεύομαι pres imperat act 3rd pl περιστρατοπεδεύω encamp about pres part act masc/neut gen pl περιστρατοπεδεύω encamp about pres imperat act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιστρατοπεδεύει — περιστρατοπεδεύομαι pres ind mp 2nd sg περιστρατοπεδεύομαι pres ind act 3rd sg περιστρατοπεδεύω encamp about pres ind mp 2nd sg περιστρατοπεδεύω encamp about pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιστρατοπεδεύσαντα — περιστρατοπεδεύομαι aor part act neut nom/voc/acc pl περιστρατοπεδεύομαι aor part act masc acc sg περιστρατοπεδεύω encamp about aor part act neut nom/voc/acc pl περιστρατοπεδεύω encamp about aor part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιστρατοπεδεύσεις — περιστρατοπεδεύομαι aor subj act 2nd sg (epic) περιστρατοπεδεύομαι fut ind act 2nd sg περιστρατοπεδεύω encamp about aor subj act 2nd sg (epic) περιστρατοπεδεύω encamp about fut ind act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιστρατοπεδευσάμενοι — περιστρατοπεδεύομαι aor part mid masc nom/voc pl περιστρατοπεδεύω encamp about aor part mid masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιστρατοπεδευσάμενος — περιστρατοπεδεύομαι aor part mid masc nom sg περιστρατοπεδεύω encamp about aor part mid masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιστρατοπεδεῦσαι — περιστρατοπεδεύομαι aor inf act περιστρατοπεδεύω encamp about aor inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”